Νόσος Alzheimer
Όταν λέμε άνοια, εννοούμε μια παθολογική κατάσταση της προοδευτικής έκπτωσης των νοητικών λειτουργιών, οι οποίες προηγουμένως ήταν φυσιολογικές.
Η άνοια είναι η συχνότερη νευρολογική ασθένεια των ηλικιωμένων. Το 2010 εκτιμήθηκε ότι 35,6 εκατ. άνθρωποι στον κόσμο έπασχαν από άνοια.
Κάθε χρόνο υπάρχουν 7,7 εκατ. καινούργιες περιπτώσεις, γεγονός που μας κάνει να πιστεύουμε ότι υπάρχει μια καινούργια περίπτωση άνοιας κάθε 4 δευτερόλεπτα κάπου στον κόσμο.
Η νόσος Alzheimer αποτελεί τη συχνότερη μορφή άνοιας (< 65%) , αλλά επίσης υπάρχουν και άλλες μορφές, όπως η αγγειακή άνοια, η άνοια στη νόσο του Parkinson, η μετωποκροταφική άνοια, η άνοια με σωμάτια Lewy κλπ.. Παράγοντες κινδύνου για τη νόσο αποτελούν η μεγάλη ηλικία, το φύλο (γυναίκες), η αρτηριακή υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης, η υπερλιπιδαιμία, το κάπνισμα, διάφοροι γενετικοί παράγοντες, καθώς και μια σοβαρή κρανιοεγκεφαλική κάκωση. Το κυρίαρχο σύμπτωμα σε κάποιον ασθενή που πάσχει από άνοια είναι η διαταραχή μνήμης. Στα αρχικά στάδια ο ασθενής χάνει τα πράγματά του, ξεχνά τα ραντεβού του, επαναλαμβάνει τις ίδιες ερωτήσεις, γράφει καταλόγους για τα πράγματα που θέλει να κάνει. Σε μεταγενέστερο στάδιο ξεχνά πρόσφατα γεγονότα και πρόσωπα, αδυνατεί να τηρήσει οποιοδήποτε ραντεβού, ενώ στο τέλος ζει στο παρελθόν και συγχέει τα πρόσωπα ακόμα και της ίδιας του της οικογένειας. Πολύ χαρακτηριστικό σύμπτωμα, επίσης, που θα πρέπει να μας προβληματίσει αν το διαπιστώσουμε σε κάποιο δικό μας πρόσωπο είναι η διαταραχή του λόγου. Αρχικά, ο ασθενής δυσκολεύεται να βρει την κατάλληλη λέξη για να εκφραστεί και παρουσιάζει ελαττωμένη ικανότητα για συζήτηση. Σε μεταγενέστερα στάδια, έχει έντονη δυσκολία στην παρακολούθηση μιας συζήτησης, ενώ το λεξιλόγιό του γίνεται ολοένα και πιο φτωχό. Στα τελικά στάδια το λεξιλόγιό του περιορίζεται σε ελάχιστες λέξεις έως ότου χάνεται πλήρως, ενώ υπάρχει και αδυναμία κατανόησης του λόγου. Αποτέλεσμα όλων των προηγουμένων είναι οι λεγόμενες λειτουργικές διαταραχές. Στα αρχικά στάδια ο ασθενής έχει ελαττωμένη απόδοση στην εργασία του, δυσκολεύεται στη διαχείριση των οικονομικών του και στη χρήση του αυτοκινήτου του. Μια νοικοκυρά, για παράδειγμα, αντιμετωπίζει δυσκολίες ως προς την προετοιμασία πιο σύνθετων γευμάτων, ενώ παρατηρείται και δυσκολία προσανατολισμού του ασθενούς σε μη γνωστό περιβάλλον. Μεταγενέστερα, ο ασθενής χρειάζεται βοήθεια για να ντυθεί και να κάνει μπάνιο, δυσκολεύεται με τα ψώνια, αδυνατεί να κυκλοφορήσει έξω από το σπίτι του μόνος του και συνήθως πανικοβάλλεται όταν δεν είναι κοντά ο φροντιστής του. Στα τελικά στάδια, τα συμπτώματα επιδεινώνονται, με αποτέλεσμα ο ασθενής να αδυνατεί να ντυθεί και να κάνει μπάνιο μόνος του, να χρησιμοποιήσει το μαχαίρι και το πιρούνι, ενοχλείται πολύ σε αλλαγές της καθημερινότητας του, ενώ η εξάρτηση από το φροντιστή του είναι σχεδόν ολική. Τέλος, ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στα λεγόμενα νευροψυχιατρικά συμπτώματα της νόσου, γιατί αποτελούν μεγάλο πρόβλημα τόσο για τον ασθενή, όσο και για την οικογένειά του. Σε αυτά περιλαμβάνονται : 1) απάθεια και αδιαφορία για οτιδήποτε συμβαίνει γύρω του (σε ποσοστό 50% των ασθενών), 2) άγχος και κατάθλιψη (σε ποσοστό 40% των ασθενών), 3) παραληρητικές ιδέες, όπως ιδέες κλοπής, φόβος της εγκατάλειψης, συζυγική απιστία (σε ποσοστό 25% των ασθενών), 4) ψευδαισθήσεις (σε ποσοστό 15% των ασθενών), 5) άρση αναστολών και επιθετικότητα. Ο ασθενής δε συνειδητοποιεί τη νοητική και λειτουργική του έκπτωση, φαινόμενο που σταδιακά επιδεινώνεται και δημιουργεί σημαντικά πρακτικά προβλήματα, όπως είναι η μη συμμετοχή του στη θεραπεία και η τροποποίηση της καθημερινής του ζωής για λόγους ασφαλείας. Η διάγνωση της νόσου Alzheimer απαιτεί έναν ενδελεχή κλινικοεργαστηριακό έλεγχο, ο οποίος περιλαμβάνει: 1) πλήρη νευροψυχολογικό έλεγχο, ο οποίος γίνεται από εξειδικευμένο νευρολόγο ή ψυχολόγο 2) πλήρη αιματολογικό έλεγχο που περιλαμβάνει εκτός από τις εξετάσεις ρουτίνας, έλεγχο της βιταμίνης Β12 και των ορμονών του θυρεοειδούς 3) Αξονική ή Μαγνητική Τομογραφία εγκεφάλου 4) Ηλεκτροεγκεφαλογράφημα και 5) Οσφυονωτιαία παρακέντηση σε αυστηρά επιλεγμένες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα σε ένα νέο άνθρωπο που παρουσιάζει συμπτώματα άνοιας. Δυστυχώς, παρά την εκτεταμένη έρευνα που γίνεται παγκοσμίως για τη νόσο Alzheimer, απέχουμε πολύ από μία αποτελεσματική θεραπεία, η οποία να ανατρέπει ουσιαστικά την πορεία της νόσου. Οι αναστολείς της χολινεστεράσης και η μεμαντίνη είναι, προς το παρόν, η μόνη εγκεκριμένη θεραπεία της άνοιας τύπου Alzheimer. Είναι κοινώς αποδεκτό ότι η νοητική βελτίωση που προσφέρουν τα φάρμακα αυτά διαρκεί περίπου 6 έως 12 μήνες, εν τούτοις σε ορισμένους ασθενείς διαρκεί αρκετά περισσότερο. Η έναρξη της θεραπείας πρέπει να γίνεται αμέσως μόλις τεθεί η διάγνωση και εφόσον δεν υπάρχουν αντενδείξεις. Ιδιαίτερα αποτελεσματικά, βέβαια, αντιμετωπίζονται τα νευροψυχιατρικά συμπτώματα της νόσου. Ελπιδοφόρα μηνύματα ανακοινώθηκαν το 2012 ότι ένα από τα εμβόλια που δοκιμάζονται αυτή τη στιγμή παγκοσμίως ίσως να αποτελέσει το μέλλον μιας ουσιαστικής θεραπευτικής προσέγγισης της άνοιας τύπου Alzheimer. Ανακεφαλαιώνοντας, θα ήθελα να καταλήξω στα εξής, πολύ σημαντικά συμπεράσματα: 1) Κάθε άνθρωπος που ξεχνάει δικαιούται πλήρη κλινικοεργαστηριακό έλεγχο από εξειδικευμένο γιατρό, γιατί εκτός από τη νόσο Alzheimer υπάρχουν και αναστρέψιμες, άρα και θεραπεύσιμες μορφές άνοιας. 2) Όσο γρηγορότερα γίνει η έναρξη της φαρμακευτικής θεραπείας, τόσο σημαντικότερα τα αποτελέσματα. Προσοχή: η μεγάλη ηλικία δεν αποτελεί αντένδειξη. Η Μαρία Σακκοπούλου, ιατρός-νευρολόγος, είναι εξωτ. συνεργάτης της Μονάδας Αντιμετώπισης Νόσου Αλτσχάϊμερ Βόλου. Η μονάδα διαθέτει Οικοτροφείο, Κέντρο Ημέρας, Μονάδα Στήριξης Οικογένειας και βρίσκεται στην οδό Τοπάλη 7, (τηλ.: 24210-31227 – 87267). Οι δομές παρέχουν υπηρεσίες ενημέρωσης, εκπαίδευσης, καθημερινής απασχόλησης και φροντίδας στα άτομα που πάσχουν από κάθε τύπου άνοια. Έχουν ως κύριο στόχο τη δημιουργία ενός δομημένου περιβάλλοντος, όπου τα άτομα με νόσο Αlzheimer να απασχολούνται σε διάφορες δραστηριότητες, όπως άσκηση και εξάσκηση λεπτών δεξιοτήτων, εκπαίδευση για την διατήρηση των δεξιοτήτων τους και του επιπέδου λειτουργικότητάς τους ενώ παράλληλα να επωφελούνται από προσωπική συμβουλευτική τόσο οι ασθενείς όσο και οι περιθάλποντες τους.